Η γεωργία αποτελούσε μέχρι πρόσφατα τον κυριότερο κλάδο της οικονομίας μας.Οι βασικές ανάγκες διατροφής που κάλυπταν τα προϊόντα της, την ανέδειξαν σε κυρίαρχη απασχόληση όλων των κατοίκων, από τα πολύ παλιά χρόνια.Προ  του 1930 οι συνθήκες δουλειάς που είχαν να αντιμετωπίσουν οι γεωργοί στα χωριά, ήταν κάθε άλλο παρά ιδανικές.  
Ο ελάχιστος κλήρος Γής  που αναλογούσε σε κάθε οικογένεια, τα πρωτόγονα μέσα καλλιέργειας, ο μεγάλος αριθμός ακτημόνων, οι τεράστιες μοναστηριακές εκτάσεις, κ.α. έκαναν την προσπάθεια αυτών  που ήθελαν να ζήσουν από τη γη τους πιο δύσκολη.
Έχοντας οι περισσότεροι λίγα χωράφια, αναγκαζόταν να δουλεύουν όλη μέρα, ολόκληρο σχεδόν  το χρόνο, εκχερσώνοντας σύγχρονος (παράνομα ή νόμιμα) και προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να αυξήσουν όσο το δυνατόν την καλλιεργήσιμη τους έκταση.
Η απόδοση των χωραφιών σε σχέση με την κοπιαστική εργασία, ήταν ελάχιστη και οι γεωργοί που πραγματικά  αντιμετώπιζαν προβλήματα επιβίωσης, ήταν αναγκασμένοι για λίγα σακιά σιτάρι ή καλαμπόκι, να υφίστανται τις βασανιστικές συνθήκες εργασίας στα χωράφια για ολόκληρο το χρόνο. 
Εκτός από όλα αυτά τα προβλήματα, οι γεωργοί είχαν να αντιμετωπίσουν και την αντικειμενική αδυναμία τους να καλλιεργούν τα χωράφια τους κάθε χρόνο (ιδικά την ίδια καλλιέργεια), γιατί η συνεχής καλλιέργεια μειώνει την αποδοτικότητα τους.     
Τα χωράφια τα όργωναν συνήθως 3 με 4 φορές. Τα οργώματα άρχιζαν με το τέλος του χειμώνα, αλά τα πιο χρήσιμα, όσο και κοπιαστικά επειδή η γη ήταν δυσκολοκαλλιέργητη, ήταν αυτά του καλοκαιριού που τα χώματα λιαζόταν και η απόδοσή τους ήταν μεγαλύτερη.

(Πηγή: www.syllogosvrouvianon.gr)
(Φωτό: Nelly's)

*Αυτή είναι η αγροτιά, μουσική/στιχοι: Μπακαλάκος Θωμάς/Τζεφρωνης Διονύσης
Μοδίστρα
Τα παλιότερα χρόνια, ειδικά στην επαρχεία δεν υπήρχαν μαγαζιά που πουλούσαν έτοιμα ενδύματα και οι γυναίκες έραβαν τα ρούχα τους σε μοδίστρες . Δύσκολο επάγγελμα που απαιτούσε πολλές ώρες δουλειάς , αλλά και κερδοφόρο.
Με την εμφάνιση των πρώτων εμπορικών καταστημάτων , το επάγγελμα της μοδίστρας όρχησε σιγά- σιγά να εξασθενεί, χωρίς να εξαφανιστεί αμέσως , γιατί υπήρχαν γυναίκες που εξακολουθούσαν να θέλουν τα ρούχα που φορούσαν να είναι φτιαγμένα από μοδίστρα. Με το πέρασμα του χρόνου οι βιοτεχνίες κατασκευής ενδυμάτων αυξήθηκαν και το επάγγελμα της μοδίστρας εξαφανίστηκε.
Για να γίνει κάποια γυναίκα μοδίστρα παλιότερα δεν υπήρχαν σχολές , αλλά υπήρχαν μοδίστρες που έπαιρναν μαθήτριες για να τους διδάξουν την τέχνη της μοδιστρικής.
Κάθε μοδίστρα ανάλογα με τη δουλειά που είχε, είχε φτιάξει   μικρό ή μεγάλο εργαστήριο. Οι περισσότερες μοδίστρες είχαν φτιάξει το εργαστήριο σε ένα δωμάτιο του σπιτιού τους και ο τρόπος που έραβαν τα ρούχα ,ήταν πολύ διαφορετικός από τον τρόπο που ράβονται σήμερα τα ρούχα αλλά και τα μέσα που διάθετε κάθε μοδίστρα για να εξασκήσει το επάγγελμα ήταν τελείως διαφορετικά από τα μέσα που διαθέτουν σήμερα οι βιοτεχνίας ενδυμάτων .
Ράφτης
Ο ράφτης έραβε   ρούχα των ανδρών. Παντελόνια, πουκάμισα, κουστούμια κ.α.
Και ο ράφτης όπως και η μοδίστρα, τα ρούχα που έραβαν ήταν κατόπιν παραγγελίας.
(Πηγή:www.net-periodiko.gr)
(Φωτό:1949)
Οι πρώτες μορφές καφενείων την περίοδο της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, κυρίως στα μεγάλα αστικά της κέντρα και την Κωνσταντινούπολη, πρόσφεραν κυρίως καφέ και «τσιμπούκι» ή ναργιλέ, γλυκά και μη αλκοολούχα ροφήματα, ήδη από τον 16ο αιώνα. Ο περιηγητής Εβλιά Τσελεμπή κατέγραψε το 1668 στηΘεσσαλονίκη, 348 καφενεία και άλλα παρόμοια μαγαζιά, όλα στην περιοχή του Βαρδάρη, στα οποία «....μαζεύονταν και περνούσαν τον καιρό τους συζητώντας μουσικοί, μίμοι, τραγουδιστές, γελωτοποιοί, κομψευόμενοι, ποιητές και άνθρωποι των γραμμάτων..».
Ο καφετζής έπρεπε καθημερινά να βρίσκεται στο μαγαζί από πολύ πρωί, από τις τέσσερις ή πέντε τα ξημερώματα. Στο παρελθόν υπήρξε διαδεδομένο κυρίως ως πάρεργο επάγγελμα και σπάνια ως αποκλειστική και κύρια απασχόληση, ενώ το συναντούσε κανείς και στο μικρότερο χωριό, όπου αποτελούσε το σημείο που συγκέντρωνε την κοινωνική ζωή, αλλά και διότι δεν χρειάζονταν ιδιαίτερες γνώσεις για την άσκηση του. Ως επάγγελμα ήταν δύσκολο και απαιτητικό, απαιτούσε καθημερινή παρουσία και εργασία, και έχει αποτελέσει πηγή εμπνεύσεως [1] για τους λαϊκούς καλλιτέχνες και φιγούρα του Καραγκιόζη. Ο καφετζής, έψηνε τους καφέδες, ετοίμαζε το μεζέ [2] που συνόδευε το «καραφάκι» ή το «μισοκαλίκι», δηλαδή τη μισή οκά, με το ούζο ή τη ρακή, πίσω από τον ξύλινο πάγκο, το «τεζιάκι» και σέρβιρε τους πελάτες, μόνος ή με τη βοήθεια κάποιου από τα πρόσωπα της οικογενείας του.
Διατηρούσε σταθερά αναμμένη εστία φωτιάς από κάρβουνα, τη χόβολη ή «αχλιά», δηλαδή τη ζεστή στάχτη όπου «έψηνε» τους καφέδες, και πάνω της τοποθετούσε το μπρίκι, για να βράσει τον καφέ. Η εστία ήταν κατασκευασμένη από τούβλα σε σχήμα Π, με ύψος 30 εκατοστά, το οποίο γέμιζε με τριμμένο, βρεγμένο και συμπιεσμένο ξυλοκάρβουνο, προκειμένου να κρυφοκαίει η φωτιά, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πάνω στην εστία της υπήρχε ένα μεταλλικό σκεύος, ο καράμπαμπας, αλλού ονομάζονταν «γεντέκι», ένα μεγάλο σκεύος από μπακίρι, όπου διατηρούνταν ζεστό νερό, από το οποίο έβαζε στο μπρίκι, πριν ακόμα το βάλει πάνω στη χόβολη, σαν πρώτο υλικό για την παρασκευή του καφέ και ανάλογα με την προτίμηση κάθε πελάτη, έριχνε την ποσότητα του καφέ και της ζάχαρης, τα οποία ανακάτευε με ένα ειδικό εργαλείο αναμίξεως, που στο άκρο του είχε κολλημένα σταυρωτά, δύο μικρά κομμάτια ανοξείδωτο σύρμα. Τα μεγάλα καφενεία είχαν στην άκρη ένα χαμηλό ξύλινο πατάρι με κιγκλίδωμα, που χρησίμευε ως πάλκο για τις κοινωνικές εκδηλώσεις.
Στις αρχές του 21ου αιώνα τείνουν να εκλείψουν ως επάγγελμα, καθώς υπάρχουν πλέον, ελάχιστοι παραδοσιακοί καφενέδες και οι νέοι στην ηλικία συχνάζουν σε σύγχρονες καφετέριες, ενώ όσοι παραδοσιακοί χώροι απέμειναν, αποτελούν χώρους συναθροίσεως ηλικιωμένων.
(Πηγή: www.livepedia.gr)
(Φωτο: Δημήτρης Χαρισιάδης, Κρήτη 1957)
Το ελληνικό καλοκαίρι είναι συνδεδεμένο άρρηκτα με το παγωτό. Μικροί και μεγάλοι, όλες τις ώρες της ημέρας αναζητούν τη δροσιά της «παγωμένης απόλαυσης». Το παραδοσιακό ξυλάκι με γεύση βανίλιας ή το παγωτό χωνάκι, είναι χαραγμένα στην μνήμη μας, και σε μυρωδιά και σε γεύση. Που έβρισκαν οι παλιότεροι παγωτά όταν δεν υπήρχαν σούπερ μάρκετ και περίπτερα σε κάθε γωνιά; Τη δουλειά αυτή την αναλάμβανε ο παγωτατζής!
Με το τρίτροχο ποδήλατο ή το μηχανοκίνητο καροτσάκι έκανε την εμφάνισή του στα συνηθισμένα στέκια, και διαλαλούσε το παγωτό του, στα δημοτικά σχολεία, στις εκκλησίες τις Κυριακές και τις γιορτές, στους γάμους και στα πανηγύρια, στις πλατείες, στα παζάρια, στις εκδρομές, στους ποδοσφαιρικούς αγώνες και όπου αλλού σύχναζε πολύς κόσμος. Με το καρότσι του γεμάτο παγωμένη κρέμα και παγωτά κασάτα περιφέρονταν στις γειτονιές και πούλαγε την γλυκιά πραμάτια του.
Μέσα σε ένα μεγάλο κάδο με χιόνι (ή έτοιμο πάγο αργότερα), έριχναν στρώσεις αλάτι για να διατηρείται η θερμοκρασία κάτω από το μηδέν. Εκεί βύθιζαν ένα δεύτερο κάδο πιο μικρό, γεμάτο παγωτό, το οποίο κάθε λίγο ανακάτευαν με μια μεγάλη ξύλινη κουτάλα για να μην κρυσταλλώσει. 

Στην Ελλάδα η πρώτη γαλακτοβιομηχανία άνοιξε το 1934, στον Βοτανικό. Λίγα χρόνια αργότερα άνοιξε και στη βόρεια Ελλάδα μεγάλη γαλακτοβιομηχανία, με έδρα τις Σέρρες. Τότε κυκλοφόρησε το πρώτο τυποποιημένο παγωτό.
(Πηγή: www.ekriti.gr)

Ξέρω έναν κύριο γελαστό
με μουστάκι στριφογυριστό
που παρασκευάζει παγωτά
με αγνά και φρέσκα υλικά

Κάθε μέρα τριγυρνά
από γειτονιά σε γειτονιά
με τ’ αμάξι το χρωματιστό
όνειρο στον κόσμο των παιδιών


Φράουλα, μαστίχα και κεράσι
όποιος φάει δε θα το ξεχάσει
κρέμα, καραμέλα και λεμόνι
τρως, και το μυαλό σου δυναμώνει !

Τώρα με λαχτάρα καρτερώ
τον παγωτατζή το γελαστό
έχω δέκα ευρώ στον κουμπαρά
φτάνουν για πέντε έξι παγωτά

Μόλις ακουστεί η μουσική
να `μαι μες στο δρόμο στη στιγμή
μα ν’ αποφασίσω δεν μπορώ
ποια από τις γεύσεις προτιμώ

Φράουλα, μαστίχα και κεράσι
όποιος φάει δε θα το ξεχάσει
κρέμα, καραμέλα και λεμόνι
τρως, και το μυαλό σου δυναμώνει !

Φράουλα..
Μαστίχα..
Σοκολάτα..
Καραμέλα.. 
και λεμόνι..
βατόμουρο..
παρφέεεε

Φράουλα, μαστίχα και κεράσι
όποιος φάει δε θα το ξεχάσει
κρέμα, σοκολάτα και φιστίκι

είναι η πιο γλυκιά σας καταδίκη !

Ο παγωτατζής, Σοφία Παπάζογλου

Περιοχή: οδός Αθηνάς 42
Έτος: 1878-1886
Περιγραφή
Το συγκρότημα της Δημοτικής Αγοράς άρχισε να οικοδομείται από τον Δήμο Αθηναίων με βραδείς ρυθμούς το έτος 1878, στον χώρο ανατολικά του Βαρβακείου. Μεσολάβησε ωστόσο η πυρκαγιά της 8-9 Αυγούστου 1884 που κατέκαυσε τις παράγκες της παλαιότερης Αγοράς (της περιόδου της Τουρκοκρατίας) που λειτουργούσε ακόμη τότε στα ανατολικά της Βιβλιοθήκης του Αδριανού και, κατόπιν αυτού, επιταχύνθηκαν οι εργασίες στην οδό Αθηνάς και η Νέα Αγορά αποπερατώθηκε το έτος 1886. Έκτοτε λειτουργεί αδιάκοπα, στεγάζοντας μεγάλο αριθμό καταστημάτων τροφίμων, ενώ ανακαινίστηκε σταδιακά μεταξύ των ετών 1979-1996, από τον Δήμο, σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού.

(Πηγή: www.eie.gr)
(Φωτό: Κώστας Μεγάλο οικονόμος)


*(Στίχοι: Σαράντης Τσιλιβερδής, Πρώτη εκτέλεση: Πρόδρομος Τσαουσάκης)



Αλμπάνης (από το τουρκικού nalbant, αλμπάνης = πεταλωτής)
– Παλιά υπήρχαν πολλοί πεταλωτές μια και ήταν απαραίτητοι αφού κάθε σπίτι στο χωριό είχε και ένα ζώο για τις δουλειές του, γαϊδούρι ή μουλάρι. Ο πεταλωτής έβαζε στα ζώα τα πέταλα που ήταν ας πούμε τα παπούτσια τους. Τα εργαλεία που χρησιμοποιούσε ο πεταλωτής ήταν τα πέταλα, το σφυρί, η τανάλια, το σατράτσι και τα καρφιά. Στην αρχή ακινητοποιούσαν το πόδι του ζώου και ο πεταλωτής έβγαζε το παλιό φθαρμένο πέταλο. 
– Μετά με το σατράτσι που ήταν ένα μαχαίρι σε σχήμα μικρού τσεκουριού έκοβε την οπλή του ζώου από κάτω έτσι ώστε να την ισιώσει. Μετά έβαζε το καινούργιο το πέταλο και το κάρφωνε με τα ειδικά καρφιά. Τα καρφιά αυτά είχαν μεγάλο κεφάλι έτσι ώστε να προεξέχουν από την πατούσα του ζώου και να μη γλιστράει. Τα πέταλα ήταν σε διάφορα μεγέθη και τα κατασκεύαζαν από σίδερο. Τα πέταλα είχαν τρύπες γύρω – γύρω για να μπαίνουν τα καρφιά. Το πετάλωμα γινόταν και στα τέσσερα πόδια του ζώου. Αυτό γινόταν για να μπορεί να περπατάει στους κακοτράχαλους δρόμους χωρίς να πληγώνονται τα πόδια του και για να διατηρεί την ισορροπία του. 
– Τα πέταλα ήταν σιδερένια και κατασκευάζονταν χειροποίητα στο αμόνι, ενώ οι τεχνίτες που τα έφτιαχναν αναλάμβαναν ταυτόχρονα και το το πετάλωμα των ζώων, που απαιτούσε μεγάλη εμπειρία και δεξιοτεχνία. Οι πεταλωτές συχνά ασκούσαν παράλληλα και το επάγγελμα του σιδερά, ενώ κάποιοι από αυτούς ήταν και πρακτικοί κτηνίατροι ή αναλάμβαναν και τον ευνουχισμό (μουνούχισμα) των ζώων.
(Πηγήhttp:www.asxetos.gr)

Πριν μερικές δεκαετίες τότε που δεν υπήρχε στις πόλεις δίκτυο ύδρευσης αλλά ούτε και πολλές βρύσες, οι άνθρωποι αγόραζαν το νερό που, φυσικά, δεν ήταν εμφιαλωμενο όπως σήμερα.
Η αναγκαιότητα του νερού δημιούργησε και το επάγγελμα του νερουλά. Κάθε γειτονιά τότε είχε και το νερουλά της.
Τον πρώτο καρό η μεταφορά του νερού γινόταν με τενεκέδες. Γέμιζε ο νερουλάς από μία
κεντρική βρύση τους τενεκέδες, τους έδενε έπειτα σ’ ένα γυρτό ξύλο και τους κουβαλούσε στον ώμο.
Για να εξυπηρετήσει όλη του την πελατεία, έκανε πολλά δρομολόγια. Στους δρόμους απ’ το πρωί μέχρι το βράδυ.
Αλλες φορές αντί για τενεκέδες, κουβαλούσε μεγάλα μπακιρένια γκιούμια.
Με τον καιρό, όμως, κι επειδή οι ανάγκες των ανθρώπων πολλαπλασιάστηκαν, κουβαλούσε μαζί του κάποιο ζώο (γαϊδούρι ή μουλάρι), το οποίο φόρτωνε με μεγάλα ξύλινα βαρέλια των 30 οκάδων περίπου το καθένα. Έτσι, κουραζόταν λιγότερο. Αυτά τα βαρέλια είχαν μια κάνουλα και από ‘κεί γέμιζε ο νερουλάς τις κανάτες της νοικοκυράς. Άλλοι νερουλάδες πάλι χρησιμοποιούσαν βοϊδάμαξες, με τις οποίες μετέφεραν βαρέλια των 100 οκάδων. Αυτοί πωλούσαν το νερό με τον κουβά για οικιακή χρήση (πλύσιμο καθαριότητα).
Αυτή η δουλειά γινόταν από την άνοιξη και μέχρι το φθινόπωρο. Το χειμώνα ο κόσμος έπαιρνε νερό από τα ρυάκια που σχηματίζονταν από τις βροχές και τα χιόνια.
Όλα αυτά γίνονταν στις πόλεις. Γιατί στην ύπαιθρο δεν υπήρχε πρόβλημα. Σε κάθε χωριό υπήρχαν 2-3 βρύσες και από εκεί εξυπηρετούνταν οι άνθρωποι.
Νερουλάδες στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’30. Τότε αντικαταστάθηκαν από υδροφόρες του Δήμου. Μεγάλα βυτία, δηλαδή, που μετέφεραν το νερό στις συνοικίες του υδραγωγείου. Σταδιακά, βέβαια, ο Οργανισμός Ύδρευσης άρχισε να εφοδιάζει όλα τα σπίτια με νερό.
Στις Συκιές, σύμφωνα με μαρτυρίες παλαιών κατοίκων, τη δεκαετία του ’20 η υδροδότηση γινόταν από τις πηγές του Χορτιάτη. Υπήρχαν, όμως, σε ορισμένα σημεία βρύσες, απ’ όπου προμηθεύονταν οι κάτοικοι το νερό. Θα θυμούνται οι παλαιότεροι Συκιώτες, αναπολώντας τα περασμένα, πώς ήταν και πώς έγινε αυτός ο τόπος.
*Πηγή: Β. Σαρησάββας – Παραδοσιακά επαγγέλματα
Ο πιο διάσημος νερουλάς της χώρας μας ήταν ο Σπύρος Λούης, από το Μαρούσι.
Αυτός ήταν συνηθισμένος να κάνει πολλά χιλιόμετρα καθημερινά, προκειμένου να μοιράζει το νερό, είχε και μεγάλη αντοχή στο τρέξιμο, έτσι όταν του πρότειναν να λάβει μέρος στον μαραθώνιο δρόμο (στους πρώτους ολυμπιακούς αγώνες – 1896) δέχτηκε αμέσως.
Το αποτέλεσμα ήταν να βγει πρώτος, προσπερνώντας μεγάλα αθλητικά ονόματα της εποχής, και να κερδίσει τον τίτλο του πρώτου Έλληνα ολυμπιονίκη της σύγχρονης εποχής.
Μια ιστορία λέει πως όταν κέρδισε την πρώτη θέση στον μαραθώνιο, ο τότε βασιλιάς Γεώργιος προσφέρθηκε να του χαρίσει ό,τι δώρο ήθελε. Ο Λούης, σεμνός και προσγειωμένος, του απάντησε: «Ένα γαϊδουράκι θέλω μόνο, για να με βοηθάει να κουβαλάω το νερό»!
(Πηγή:http://krasodad.blogspot.gr)

Τα παλιά χρόνια ο μπαρμπέρης ήταν υπαίθριο επάγγελμα. Εντόπιζαν ένα καλό μέρος όπου δε φυσούσε, έστηναν την πολυθρόνα και δούλευαν εκεί. Αργότερα στεγάστηκαν στα καφενεία, μιας και τα κουρεία ήταν ταυτόχρονα και στέκια. Μαζευόντουσαν εκεί οι άντρες, κουβέντιαζαν και διάβαζαν εφημερίδα. Καμιά φορά έλεγαν και παραμύθια, γιατί οι περισσότεροι κουρείς ήταν και καλοί παραμυθάδες.
Ο παραδοσιακός κουρέας είχε την χειροκίνητη μηχανή, ψιλή ή χοντρή για μαθητές, το καλοτροχισμένο ψαλίδι, το λουρί για το τρόχισμά του. Σε μια πρόκα ήταν καρφωμένα τα χαρτάκια για να σκουπίζει τις σαπουνάδες. Δίπλα είχε το δοχείο με το κόκκινο λάστιχο που μέσα έβαζε το χαρτάκι για να σκουπίζει το ξυράφι. Τα χρόνια εκείνα δεν υπήρχε ο αφρός ξυρίσματος, αλλά το παραδοσιακό σαπούνι όπου δημιουργούσε τη σαπουνάδα και είχαν την αρωματική πούδρα για πασπάλισμα του σβέρκου. Επίσης δεν υπήρχε λακ, αλλά το μπριλ γκημ για το συγκράτημα των μαλλιών. Στον τοίχο ήταν κρεμασμένη η νιφτήρα και από κάτω η λεκάνη για να κρατάει τα μοσχομυρισμένα από τις πούδρες βρωμόνερα. Όταν άδειαζε η λεκάνη στο πεζοδρόμιο, μοσχοβολούσε ο τόπος.
Ο μπαρμπέρης εκτός από την τέχνη του κουρέματος και του ξυρίσματος, έκανε και τον πρακτικό γιατρό ή τον οδοντογιατρό, ανάλογα με το πώς τον καλούσε η ανάγκη.
Όταν ο κουρέας έπρεπε να βγάλει ένα σάπιο δόντι, κάθιζε τον πελάτη στην πολυθρόνα, έδενε μια μεγάλη πετσέτα ολόγυρα στο λαιμό του πελάτη, και έβαζε τα καλφαδάκια (βοηθούς) να τον κρατάνε σφικτά. Ύστερα έπαιρνε μια τανάλια και με ένα τράβηγμα ξερίζωνε το δόντι. Αν ο πελάτης λιποθυμούσε από τον πόνο, ο κουρέας του έριχνε μια κανάτα νερό για τον συνεφέρει. Ύστερα έφτιαχνε αλατόνερο και με αυτό απολύμανε την πληγή και σταματούσε την αιμορραγία.
Σε κάποια ορεινά χωριά, ο οδοντογιατρός – μπαρμπέρης χρησιμοποιούσε για την εξαγωγή του χαλασμένου δοντιού ένα φυτό που το λένε σκάρφη. Ξέραινε τη ρίζα της σκάρφης και έβαζε απάνω στο δόντι ένα κομματάκι. Το φυτό αυτό είχε την ιδιότητα να λιώνει κυριολεκτικά το δόντι. Φυσικά μαζί με το χαλασμένο δόντι, συχνά καταστρέφονταν και τα γερά. Όταν ο κουρέας ήθελε να σφραγίσει ένα δόντι, το σκάλιζε στο σημείο που ήταν σάπιο με ένα λεπτό σύρμα. Το καθάριζε καλά και ύστερα έλιωνε ασήμι, το έκανε μπαλάκι και το τοποθετούσε στην κουφάλα του δοντιού.
Παράλληλα με το επάγγελμα του οδοντογιατρού, ο κουρέας έκανε και τον πρακτικό γιατρό. Όταν κάποιος είχε ζαλάδα λόγω υπέρτασης, πήγαινε στον κουρέα να του πάρει αίμα. Ο κουρέας ξάπλωνε τον ασθενή στην πολυθρόνα και του ξύριζε ίσαμε μια δεκάρα την κορυφή του κεφαλιού. Στη συνέχεια του χάραζε με ένα ξυραφάκι το σημείο του δέρματος. Μόλις άρχιζε να αναβλύζει το αίμα, έπαιρνε ένα κέρατο από βόδι, ακουμπούσε το ένα άκρο στην πληγή και από το άλλο άκρο ρουφούσε το αίμα και το έφτυνε σε μια λεκάνη. Με τον τρόπο αυτό τραβούσε ως και δύο ποτήρια αίμα και ο άρρωστος ξαλάφρωνε.
Μέσα στα καθήκοντα του πρακτικού γιατρού ήταν και το κόψιμο των βεντουζών. Όταν κάποιος κρυολογούσε φώναζε τον κουρέα να του κόψει βεντούζες. Στην αρχή ο κουρέας κρατώντας μια μια τις βεντούζες τις ζέσταινε λίγο στο δαυλό που κρατούσε στο ένα χέρι και με το άλλο τοποθετούσε τη βεντούζα στην πλάτη του αρρώστου. Αφού προκαλούσε υπεραιμία, έβγαζε το τσάρκι (ένα μηχάνημα με ξυραφάκι) και με αυτό χάραζε την πλάτη του αρρώστου στα σημεία που είχε προηγουμένως σημειώσει με σταυρό. Μόλις άρχιζε να αναβλύζει το αίμα, ο κουρέας έβαζε πάνω στην πληγή τη ζεστή βεντούζα για να τραβήξει το «χαλασμένο αίμα» όπως έλεγαν. Ύστερα για να μη μολυνθούν οι πληγές, ο πρακτικός γιατρός έβαζε πάνω στις πληγές λίγο ελαιόλαδο και τις σκέπαζε με ένα καθαρό πανί.
(Πηγή: entre.gr)
(Φωτό: 1967)


Ο αυγουλάς μάζευε αυγά από τα νοικοκυριά και τα πουλούσε στις πόλεις!

Οφέλη του αυγού στην υγεία μας
Τα τελευταία χρόνια πολυάριθμες έρευνες έχουν δείξει ότι το αυγό έχει ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό. Οι πιο σημαντικές είναι οι παρακάτω:
Βοηθάει στην διατήρηση υγιούς βάρους καθώς έχει μεγάλη ικανότητα κορεσμού λόγω των πρωτεϊνών που περιέχει.
- Οι πρωτεΐνες του αυγού βοηθούν στην αποκατάσταση του μυικού ιστού των αθλητών αλλά και στην αποφυγή μυικής απώλειας στους ηλικιωμένους.
- Η χολίνη που περιέχει ο κρόκος του αυγού είναι ιδιαίτερα ευεργετική για την εγκεφαλική λειτουργία στους ενήλικες ενώ συντελεί στην σωστή ανάπτυξη του εγκεφάλου των εμβρύων.
- Η λουτείνη και η ζεαξανθίνη, δύο αντιοξειδωτικά που περιέχονται στον κρόκο του αυγού βοηθούν στην πρόληψη της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας, μίας ασθένειας των ματιών που οδηγεί σε τύφλωση.

(Φωτό: David Hume, 1964)

Βελτιώνουν την πέψη
Τα φιστίκια Αιγίνης είναι μια εξαιρετική πηγή φυτικών ινών και οι φυτικές ίνες μπορούν, ως γνωστόν, να βοηθήσουν στη ρύθμιση ακόμα και του πιο προβληματικού πεπτικού συστήματος. Αν αντιμετωπίζετε φούσκωμα, δυσκοιλιότητα, διάρροια ή άλλα πεπτικά προβλήματα, κάντε τα φιστίκια μέρος της τακτικής διατροφής σας. Μπορεί να εκπλαγείτε με το πόσο γρήγορα μπορείτε να ρυθμίσετε το πεπτικό σας σύστημα.
Υποστηρίζουν την υγεία της καρδιάς
Αν είστε σε κίνδυνο για καρδιακή νόσο, τα φιστίκια μπορούν να σας βοηθήσουν να διατηρήσετε την υγεία της καρδιάς σας υπό έλεγχο. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα φιστίκια Αιγίνης μπορούν να μειώσουν με φυσικό τρόπο τη χοληστερόλη σας. Οταν συνδυαστούν με χαμηλής θερμιδικής αξίας δίαιτα μπορεί να σας βοηθήσουν να μειώσετε μόνιμα τη χοληστερόλη σας. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα φιστίκια Αιγίνης έχουν L-αργινίνη που βελτιώνει την ελαστικότητα των αρτηριών σας, μειώνοντας τον κίνδυνο για πιθανώς θανατηφόρους θρόμβους στο αίμα.
Βοηθούν στην απώλεια βάρους
Τα σνακ είναι ένα σημαντικό μέρος της κάθε δίαιτας, αλλά πολύ συχνά οι άνθρωποι επιλέγουν σνακ υψηλής θερμιδικής αξίας, από τα οποία απουσιάζουν οι φυτικές ίνες. Η βοήθεια που προσφέρουν τα φιστίκια Αιγίνης στην απώλεια βάρους είναι ένα από τα πιο γνωστά οφέλη για την υγεία. Επειδή είναι πλούσια σε φυτικές ίνες, μπορείτε να αισθάνεστε χορτάτοι για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, όταν επιλέγετε τα φιστίκια από κάποιο άλλο σνακ. Επιπλέον, τα φιστίκια Αιγίνης έχουν χαμηλό αριθμό θερμίδων, ιδίως σε σύγκριση με άλλους ξηρούς καρπούς.
Προστατεύουν από το διαβήτη τύπου 2
Ο διαβήτης είναι μια επικίνδυνη ασθένεια που μπορεί να αλλάξει εντελώς τον τρόπο που ζείτε τη ζωή σας. Ωστόσο, ο διαβήτης τύπου 2 μπορεί να προληφθεί, ειδικά όταν προσθέσετε τα φιστίκια Αιγίνης στη διατροφή σας. Τα φιστίκια αυτά έχουν πολύ φώσφορο και μάλιστα ένα φλιτζάνι μπορεί να σας προσφέρει το 60% της συνιστώμενης ημερήσιας πρόσληψης. Ο φώσφορος μπορεί να συμβάλλει στο να διασπάσει τις πρωτεΐνες σε αμινοξέα και ακόμα να υποστηρίξει το σώμα σας στη δυσανεξία από τη γλυκόζη.
Καταπολεμούν τις ασθένειες των ματιών
Δεδομένου ότι τα προβλήματα όρασης είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν τους ανθρώπους, καθώς μεγαλώνουν, τα φιστίκια Αιγίνης μπορούν να βοηθήσουν επειδή περιέχουν λουτεΐνη και ζεαξανθίνη. Αυτά τα καροτενοειδή λειτουργούν σαν αντιοξειδωτικά, προστατεύοντας τους ιστούς του σώματός σας από τη ζημία που προκαλείται από τις ελεύθερες ρίζες. Αυτό οδηγεί σε μια συνολική μείωση της εκφύλισης της ωχράς κηλίδας.
Υποστηρίζουν ένα υγιές νευρικό σύστημα
Το νευρικό μας σύστημα επηρεάζει σχεδόν όλα όσα κάνουμε κι αυτός είναι ένας λόγος να καταναλώνουμε φιστίκια Αιγίνης, επειδή περιέχουν πολλή βιταμίνη Β6 που απαιτείται από το σώμα για να απορροφήσει τα αμινοξέα. Η βιταμίνη Β6 είναι επίσης σημαντική επειδή δημιουργεί μυελίνη, το περίβλημα που περιβάλλει τις νευρικές ίνες. Αυτό βοηθά τα νεύρα να επικοινωνούν πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά.
Βελτιώνουν το αίμα σας
Το υγιές αίμα μπορεί να σας κάνει να αισθάνεστε λιγότερο κουρασμένοι και να σας αφήσει λιγότερο ευάλωτους σε τραυματισμούς και ασθένειες. Καθώς τα φιστίκια Αιγίνης αποτελούν φυσική πηγή βιταμίνης Β6, βοηθούν το σώμα να παράγει αιμοσφαιρίνη, ένα πολύ σημαντικό συστατικό στο αίμα. Αυτό οδηγεί σε αύξηση της υγείας του αίματος και μπορεί να είναι ιδιαίτερα ευεργετικό γεγονός για τις γυναίκες που είναι επιρρεπείς σε αναιμία.
Ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα
Εκτός από την υποστήριξη του ανοσοποιητικού συστήματος και τη βελτίωση της υγείας του αίματος, η βιταμίνη Β6 μπορεί, επίσης, να βοηθήσει το ανοσοποιητικό σας σύστημα να λειτουργήσει πιο αποτελεσματικά. Μια ανεπάρκεια της βιταμίνης Β6 μπορεί να κάνει το ανοσοποιητικό πολύ αδύναμο για να καταπολεμήσει τις λοιμώξεις και τις ασθένειες. Πολλοί άνθρωποι δεν παίρνουν αρκετή βιταμίνη Β6 και αυτό μπορεί να διορθωθεί με την κατανάλωση φιστικιών Αιγίνης.
Κάνουν το δέρμα υγιέστερο
Τα θέματα του δέρματος μπορεί να σας κάνουν να φαίνεστε μεγαλύτεροι απ’ ό,τι πραγματικά είστε και αυτός είναι ένας λόγος που θα πρέπει να καταναλώνετε φιστίκια Αιγίνης που περιέχουν βιταμίνη Ε. Το δέρμα χρειάζεται τη βιταμίνη Ε, προκειμένου να καταπολεμήσει τις ελεύθερες ρίζες. Η βιταμίνη D σε συνδυασμό με την κατανάλωση φιστικιών Αιγίνης μπορεί να σας βοηθήσει να προστατευτείτε από τον καρκίνο του δέρματος και να καταπολεμήσετε τα σημάδια της γήρανσης.
Βοηθούν τα μαλλιά να δείχνουν υγιή και πυκνά
Η ποικιλία των λιπαρών οξέων που περιέχουν τα φιστίκια Αιγίνης μπορεί να τονώσει την ανάπτυξη πυκνών και υγιών μαλλιών. Επιπλέον, τρώγοντας φιστίκια Αιγίνης μπορείτε να ενισχύσετε τις τρίχες που ήδη έχετε. Τα φιστίκια Αιγίνης είναι, επίσης, μια καλή πηγή βιοτίνης, μιας χημικής ουσίας που μπορεί να αποτρέψει την τριχόπτωση.
(Πηγή: www.medinova.gr)
  

Η μία άκρη του πέτσινου λουριού πιασμένη από τη ζώνη της μέσης γερά και η άλλη  δεμένη στον καρπό του χεριού. Ανάμεσα στο λουρί, 300 τόσα  φύλλα εφημερίδων, ένας ασήκωτος όγκος, πήγαιναν χιλιόμετρα κάθε μέρα φτάνοντας σε κάθε πόρτα νοικοκύρη…
-Εφημερίδεεες!! Παράρτημααα..!! Εκτακτα γεγονότα!
Σήμερα, τίποτα απ όλα αυτά. Κάθεσαι  ήσυχα – ήσυχα στον καναπέ κι όπως παρακολουθείς το σίριαλ, τσάκ σου κόβει το πρόγραμμα και εμφανίζεται ο τίτλος:
«Έκτακτο δελτίο..»  
Έτσι απλά. Αυτό είναι όλο. Βλέπεις τα πάντα, μαθαίνεις τα πάντα μέσα σε δύο λεπτά.
Δεν  υπάρχουν πια οι εφημεριδοπώλες που φώναζαν στο δρόμο:
Παράααρτημααα!! Καταδικάστηκε η μητριά που σιδέρωνε τη Σπυριδούλαααα! Ο Παπανδρέου στ ανάκτορααα!»
  Δεν υπάρχει πια ο μπάρμπα-Διαμαντής, ο Καράκαλος και τόσοι άλλοι που είχαν…τρέξει στη Βοστώνη!  Ήταν μαραθωνοδρόμοι. Αθλητές. Τότε η εφημερίδα πουλιόταν στο χέρι. Και τροχάδην. Έμπαιναν μέσα στα σπίτια, άνοιγαν όλες οι πόρτες διάπλατα. Είχαν επαφή με τον κόσμο. Με όλο τον κόσμο. Μέχρι και στου Μαξίμου έμπαιναν και άφηναν εφημερίδα! Σήμερα εκεί απ έξω «παραμονεύουν» τα κανάλια!  Ούτε ως…συνταξιούχοι δεν πλησιάζουν οι εφημεριδοπώλες!!
-  Θυμάμαι, αφηγείται ο παλαίμαχος  εφημεριδοπώλης, επίτιμος σήμερα πρόεδρος της Ένωσης Εφημεριδοπωλών Πειραιώς, Χρήστος Μητρόγιαννης,  που συναντούσα στην οδό Φίλωνος τη γυναίκα του Αμπατιέλου και της έδινα εφημερίδα. Αλλά επειδή την παρακολουθούσε η Ασφάλεια, εγώ  έβγαζα και της έδινα την «Ακρόπολη». Που να φανταστούν οι ασφαλίτες ότι μέσα είχα από πριν διπλώσει… την «Αυγή»! Θυμάμαι τις αντιδράσεις του κόσμου όταν φωνάζαμε στο δρόμο ότι εκτελέστηκε ο Μπελογιάννης και οι άλλοι. Θυμάμαι ακόμη μια χαρακτηριστική περίπτωση του τότε πρωθυπουργού Πλαστήρα που έγινε είδηση. Όταν επέστρεψε από κάποιο ταξίδι στο εξωτερικό, είπε ο τελωνειακός «τίνος είναι αυτές οι βαλίτσες, του πρωθυπουργού; Καλά μην τις ανοίγετε. Να περάσουν»! Το μαθε ο Πλαστήρας, ρώτησε «ποιος έδωσε τέτοια εντολή;» Του είπαν «ο διευθυντής του τελωνείου». «Να ανοιχτούν οι βαλίτσες μου, είπε ο Πλαστήρας και να περάσει πειθαρχικό ο τελωνειακός!» Έ, αυτό έγινε…παράρτημα και κυκλοφόρησε. Τα παραρτήματα  ήταν απανωτά. Οι τότε μεγάλοι εφημεριδάδες, ο Γιώργος Βλάχος, ο Δημ. Λαμπράκης, η Ελένη Βλάχου, ο Τζώρτζης Αθανασιάδης, ο Παπαγεωργίου της «Αθηναϊκής», είχαν συνδέσει τα συμφέροντά τους με μας. Τους δίναμε ιδέες για τις κυκλοφορίες. Εμείς ξέραμε ότι π.χ. στις 3 το πρωϊ  έφευγε το λεωφορείο με τους εργαζόμενους της Χαλυβουργικής και έπρεπε να είμαστε στην αφετηρία για να πουλήσουμε τις εφημερίδες! Όταν μια εφημερίδα είχε πτώση, αμέσως μας καλούσαν και μας ρωτούσαν τι φταίει…Μας συμβουλεύονταν κατά κάποιο τρόπο.
-  Έβλεπα τον αναγνώστη στα πενήντα μέτρα και ετοίμαζα την εφημερίδα, λέει ένας άλλος παλιός εφημεριδοπώλης, ο σημερινός πρόεδρος των εφημεριδοπωλών, Πειραιώς,  Αργύρης  Δρακόπουλος. Ήξερα τι διαβάζει ο καθένας. Θυμάμαι επί Χούντας, όταν ήλθε η Ασφάλεια και κατάσχεσε μια μέρα το «Έθνος» και τη «Βραδυνή». Είπαν, μην τα κυκλοφορήσετε. Εμείς όμως είχαμε πάρει τα φύλλα  και δεν μπορούσαν να μας βρουν στα στενά που εξαφανιζόμασταν. Κατάσχεσαν τα φύλλα στα σημεία πώλησης. Εμείς όμως είχαμε ήδη ξεπουλήσει!!
-  Όταν ένας γνωστός δημοσιογράφος είχε άρθρο, παρεμβαίνει ο ΧρήστοςΜητρόγιαννης,  ανέβαινε η κυκλοφορία 25 με 30%. Ο Γιώργος Βλάχος συμβουλευόταν τον εφημεριδοπώλη, ποια μέρα…θεωρούσε κατάλληλη για να βγάλει ένα-δύο άρθρα που ήθελε. Πουλούσα 650 φύλλα στην αμασχάλη!
  Τότε οι εφημερίδες έβγαιναν τρεις φορές την εβδομάδα 4σέλιδο, τρεις φορές 6σέλιδο και μόνο την Κυριακή 12σέλιδο…
  Τον Χρήστο Μητρόγιαννη φαίνεται δεν τον αφήνει το επάγγελμα. Μετά από 50 ολόκληρα χρόνια δουλειάς (άρχισε στα 14 να πουλάει εφημερίδες, το 1947) έρχεται τώρα συνταξιούχος κάθε πρωϊ να πιει  τον καφέ του στη διανομή του πρακτορείου και να βοηθήσει τους συναδέλφους του.
-Σκληρές εποχές για τον εφημεριδοπώλη τότε…
-Και από τα πιο σκληρά επαγγέλματα. Χωρίς προσωπική ζωή, στο κρύο , το χιόνι , τη βροχή, από τα άγρια χαράματα, όταν οι άλλοι πήγαιναν για ύπνο, εμείς ξεκινούσαμε φορτωμένοι.
  Ένας άλλος παλαίμαχος εφημεριδοπώλης, ο Γιώργος Ταμουρατζής,γελάει ξαφνικά, καθώς ακούει τους συναδέλφους του.
-  Θυμάμαι, λέει, έναν αναγνώστη που έφτασε μέχρι τη…Θήβα πίσω από το αυτοκίνητο του πρακτορείου για να πάρει την εφημερίδα του, επειδή έμαθε ότι κατάσχονται τα φύλλα! Ήταν, θυμάμαι, στη Χούντα, τη μέρα που η «Βραδυνή» είχε βγει με τον πρωτοσέλιδο τίτλο «ΟΧΙ…» 
   Εγώ ξεκίνησα το ΄57, συνεχίζει. Πούλησα εφημερίδες στον Ανένδοτο του Γεωργίου Παπανδρέου. Μετά ήλθε η Χούντα, κατασχέσεις φύλλων, συλλήψεις, κρυφές πωλήσεις, άστα.
-  Πόσα…χιλιόμετρα έκανες κάθε μέρα φορτωμένος;
-  Δρομολόγιο με τα πόδια. Με το πρώτο καϊκι στη Σαλαμίνα, ξεκινούσα από τα Παλούκια, έπιανα το συνοικισμό όλο, ανέβαινα στα Αμπελάκια, κατέβαινα στο Καματερό… Με βροχή, με κρύο. Τότε φώναζες, «διαλαλούσες» το έγκλημα και έπεφτε ο κόσμος να πάρει εφημερίδα. Τη Σπυριδούλα που σιδέρωνε η μητριά της, την καλόγρια τη Σωφρονία  που σκότωσε τον καλόγερο. Σήμερα έχουν γίνει τόσα πολλά τα εγκλήματα που δεν συγκινείται πια κανένας!!
  Ο Δημήτρης Πισιμίσης  πιο κει στον πάγκο δουλεύει ακόμα. Σταματάει το ξεφόρτωμα των εντύπων μια στιγμή για να πάρει μέρος στη συζήτηση.
-  Φωνάζαμε τον πρωτοσέλιδο τίτλο της εφημερίδας «ο Παπανδρέου στα ανάκτοραααα..» κι έτρεχαν όλοι να αγοράσουν. Τι να φωνάξω σήμερα; Έχουν…ισοπεδωθεί οι ειδήσεις! Ξεκίνησα το ΄65. Με το λεωφορείο τρία δέματα στον ώμο, δύο στη ζωστήρα και μια εφημερίδα στον οδηγό για να…ανοίγει κάθε τόσο να πετάμε τα δέματα στο περίπτερο! Οι πιο πολλοί οδηγοί ήξεραν και μου το θύμιζαν: «Το δέμα του Γιώργου, το πετάω… Του τάδε δεν το πετάξαμε!» Μεγάλη Παρασκευή στον Επιτάφιο πουλούσαμε εφημερίδες. Πάσχα ανήμερα, το βράδυ της Ανάστασης…Όπως είχα τις εφημερίδες στη ζωστήρα με το λουρί, ήξερα που είναι το κάθε φύλλο και το τραβούσα χωρίς να βλέπω. Γρήγορα. Διαβάζονταν πάρα πολύ τα άρθρα των επωνύμων δημοσιογράφων. Υπήρχαν έρευνες, σαρωτικά ρεπορτάζ που τα διάβαζε ο κόσμος.
Πιο κει ο Αργύρης Δρακόπουλος προσπαθεί να σηκώσει ένα μεγάλο δέμα με εφημερίδες. Μουρμουρίζει:  «Έβαζα 150 φύλλα στο λουρί την κάθε φορά. Πόσα να βάλω σήμερα με τέτοιο βάρος; 64 σελίδες και…5 ένθετα το κάθε φύλλο  πια!»
  Είχατε φανατικούς αναγνώστες;
-  Βεβαίως , τους γνωρίζαμε έναν-έναν  και τους σεβόμασταν. Κάναμε κοινωνικό λειτούργημα.   
  Σήμερα προσπαθούμε να μάθουμε τους νέους να σέβονται τον αναγνώστη και το μεροκάματο. Εδώ με τα χιόνια παρέλυσε η κρατική μηχανή αλλά οι εφημερίδες έφτασαν στην πιο μακρινή περιοχή και στην ώρα τους παρακαλώ.
Ρωτάμε πάλι τον παλαιότερο, τον βετεράνο τον  Χρήστο Μητρόγιαννη.
-  Πόσες φορές έτυχε να συλληφθείς;
-  Πολλές. Μ αυτόν τον μεταξικό νόμο περί Τύπου βρέθηκα πολλές φορές στα κρατητήρια, επειδή έβγαινα 10 λεπτά νωρίτερα από τις 12 το μεσημέρι να πουλήσω εφημερίδες. Κάποτε ένας εισαγγελέας ρώτησε τον αστυφύλακα που με πήγε ενώπιόν του «πάει καλά το ρολόϊ σου αστυφύλαξ;» Και μετά με έδιωξε!! Πήγαιναν οι αστυφύλακες και κάθονταν στις εισόδους των πολυκατοικιών. Όταν βγαίναμε, μας πιάνανε…
Ο μισθός τουλάχιστον ήταν αξιοπρεπής;
-  Όχι. Με δυσκολία ζούσαμε την οικογένειά μας. Θυμάμαι, πρέπει να ήταν το 1947,  επί κυβερνήσεως Τσαλδάρη, ο εφημεριδοπώλης έπαιρνε  22% μικτά και ο Τσαλδάρης το έκανε 20%. Κάποια μέρα λοιπόν που έτρωγε αυτός στο Μικρολίμανο, γύριζε ο Κολιτσόπουλος (τότε Ταμίας της Ένωσής μας) φώναζε «εφημερίδεεες», ζήτησε μία ο Τσαλδάρης. Του δίνει την εφημερίδα αλλά ταυτόχρονα του λέει «κύριε πρόεδρε μπορώ να σας ρωτήσω κάτι;» Έβαλε το ένα πόδι επάνω σε μια καρέκλα για να δείξει το παπούτσι του, ακούμπησε και τον όγκο των εφημερίδων στο τραπέζι για να ξεκουράσει το χέρι του και του είπε: «Τι  ζήλεψες από τους εφημεριδοπώλες και μας αφαίρεσες το 2%;  Τα χιτλερικά άρβυλα που φοράμε για τη  βροχή και το  κρύο…;»


  Σήμερα, όσοι απέμειναν και… επιμένουν να μοιράζουν τις εφημερίδες, δεν φορούν τέτοια άρβυλα! Έχουν ένα μηχανάκι ή ένα μικρό αυτοκίνητο με το οποίο μπορεί να κάνουν  δεύτερο δρομολόγιο (συμβαίνει συχνά) 30 χιλιομέτρων για να πάνε  έστω και δύο-τρία φύλλα.  Ζητούν λοιπόν να τους επιτραπεί η πετρελαιοκίνηση. Αλλά ποιος θα τους ακούσει;  Ο…Τσαλδάρης;
(Πηγή: Γιάννης Κριτσαντώνης, www.styx.gr)

Το χώμα είναι ένα φυσικό υλικό το οποίο είναι διαθέσιμο σε όλο τον πλανήτη και έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή κτιρίων από τις απαρχές του πολιτισμού.  Ακόμα και στις μέρες μας, το εν δεύτερο του πληθυσμού της γης διαμένει σε σπίτια από χώμα, στις αναπτυσσόμενες μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού τους.  Έχει αποδειχθεί αδύνατο να εξυπηρετηθούν οι τεράστιες ανάγκες για στέγαση στις αναπτυσσόμενες χώρες, με βιομηχανικά υλικά όπως τούβλα, σκυρόδεμα και ατσάλι, αλλά ούτε και με βιομηχανικές τεχνικές κατασκευής.  Έτσι το χώμα είναι είναι το πιο σημαντικό οικοδομικό υλικό.
Μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλα υλικά συναντάται σε διάφορες μορφές σε κατασκευές κατοικιών αλλά και μεγαλύτερων κτιρίων στην αρχαία Μεσοποταμία, την Αίγυπτο, το Μεξικό και την Ινδία. Οι διάφορες τεχνικές που αναπτύχθηκαν, εξελίχθηκαν δίνοντας έργα αρχιτεκτονικής υψηλής αξίας.
Στις μέρες μας λόγω κυρίως της οικολογικής ευαισθητοποίησης, οι κατασκευές από χώμα αναβιώνουν επιζητούνται λύσεις μη ενεργειοβόρες, που να ανταποκρίνονται σε σύγχρονες απαιτήσεις.  Το χώμα αναδεικνύεται το ιδανικό οικοδομικό υλικό.  Σταδιακά οι τεχνικές του διαδίδονται, υιοθετούνται και πλέον τα κτίρια σχεδιάζονται και από αρχιτέκτονες.  Οι κατασκευές από χώμα είναι κατεξοχήν η λαϊκή ανώνυμη αρχιτεκτονική όλης της γης.  Η πιο γνωστή μορφή του χώματος ως οικοδομικού υλικού είναι η ωμή πλίνθος.  Η πλίνθος είναι γνωστή στην Ελλάδα από την αρχαιότητα.

(Πηγή:www.greekarchitects.gr)
(Φωτό: 1950-1960)