Σαλέπι το θαυματουργό!

Σαλεπιτζής ονομάζεται o παρασκευαστής και πωλητής ενός ζεστού ροφήματος, του σαλεπιού. Στην τούρκικη γλώσσα, απ' όπου και η ονομασία, salep σημαίνει σαλέπι καιsalepci ο παρασκευαστής και πωλητής του σαλεπιού.
Ο σαλεπιτζής ήταν από τους "γραφικούς" τύπους των πλανόδιων πωλητών, παρόμοιος με τον παγωτά, δεδομένου ότι περιφερόταν κι αυτός ντυμένος πάντα στα άσπρα (φορούσε άσπρη μπλούζα και καπέλο, πολλές φορές όπως αυτό του μάγειρα) και με τροχήλατη προθήκη. Τα σκεύη που χρησιμοποιούσε ήταν μπρούτζινα, πολύπλοκα, αλλά πάντοτε καλογυαλισμένα και πεντακάθαρα.
Η δουλειά του άνθιζε τις πρωινές και τις βραδινές ώρες, δηλ. το ακριβώς αντίθετο με την δουλειά του στραγαλατζή. Γι' αυτό το λόγο, πολλοί σαλεπιτζήδες και στραγαλάδες ασκούσαν διπλό επάγγελμα, του στραγαλατζή τις ημερήσιες ώρες και του σαλεπιτζή τις άλλες.
Το στέκι του ο σαλεπιτζής το διάλεγε με βάση τις περιοχές που σύχναζαν ξενύχτηδες και εκείνοι που άρχιζαν τη δουλειά τους αξημέρωτα (οικοδόμοι, εργάτες κλπ) ή επέστρεφαν από αυτήν αργά και οι οποίοι αναζητούσαν τον σαλεπιτζή για ένα ρόφημα που τους βοηθούσε να ξεχάσουν την νυχτερινή ψύχρα. Εκεί, όση ώρα αυτός ετοίμαζε το ζεστό ρόφημα, δημιουργούσε ένα κλίμα ευθυμίας αλλά και αντιπαραθέσεων, προκαλώντας τους πελάτες που περίμεναν μέσα στην ψύχρα και θίγοντας θέματα που αφορούσαν οτιδήποτε και ήταν ικανά να “ανάψουν τα αίματα”. Έτσι οι πελάτες είχαν την ευκαιρία να ενημερωθούν για την επικαιρότητα αλλά και να ανταλλάξουν τις απόψεις τους και "ζεσταίνονταν" έως ότου εκείνος ολοκληρώσει την παρασκευή του επιθυμητού ροφήματος. Δηλαδή, με λίγα λόγια, τα στέκια που δημιουργούνταν με την παρουσία του αποτέλεσαν ένα είδος πρώιμου/πρόχειρου υπαίθριου καφενείου.
Το σαλέπι είναι σκόνη από αποξηραμένους βολβούς διαφόρων ορχεοειδών. Η σκόνη βράζεται με ζάχαρη ή μέλι και αρωματίζεται με πιπερόριζα. Το ομώνυμο ρόφημα είναι θρεπτικό λόγω του αμύλου και της γόμας που περιέχει καθώς και θερμαντικό λόγω της παχύρρευστης μορφής του.
Το επάγγελμα του σαλεπιτζή είναι ένα από τα επαγγέλματα που σχεδόν έχουν εκλείψει, δεδομένου ότι σήμερα ελάχιστοι το ασκούν
(Πηγή:el.m.wikipedia.org)