Ακάκιε, τα μακαρόνια να είναι ΜΙΣΚΟ!

Λίγα είναι αυτά που εμπιστευόμαστε χρόνια τώρα, λίγα είναι αυτά που μας ενώνουν παρά να μας χωρίζουν.  Και δεν είναι τυχαίο βέβαια, που αυτά που μας ενώνουν συνήθως έχουν να κάνουν με φαγητό και με το οικογενειακό τραπέζι. Όταν γίνεται λοιπόν λόγος για τη MISKO, ξέρουμε πως δε μιλάμε απλά για ζυμαρικά, αλλά για μια συνήθεια χρόνων.
Η ιστορία της MISKO είναι μεγάλη. Ξεκινάει το 1927 στον Πειραιά από δυο Σμυρνιούς πρόσφυγες, το Φώτη Μιχαηλίδη και το Μίνω Κωνσταντίνη, οι οποίοι  ξεκινούν ένα εργαστήρι παρασκευής  ζυμαρικών. «Βαφτίζουν» την επιχείρησή τους  ΜΙΣΚΟ από τα αρχικά των επιθέτων τους και ξεκινάνε την πορεία τους, γράφοντας την αρχή μίας από τις πιο συναρπαστικές σελίδες στην ελληνική γαστρονομική ιστορία.
Οι πρώτες αφίσες της MISKO κάνουν πάταγο λέγοντας ότι τα μακαρόνια MISKO βγάζουν «2 πιάτα παραπάνω στο κιλό», ότι τα παιδιά «λατρεύουν τη μανούλα που τους μαγείρεψε μακαρόνια ΜΙΣΚΟ» και ότι «420.000 πιάτα ΜΙΣΚΟ σερβίρονται ημερησίως στην Ελλάδα».
Tο 1953 η MISKO περνάει στα χέρια του διορατικού Ελευθέριου Μαντζίκα και χάρη στο επιχειρηματικό δαιμόνιο του τα ζυμαρικά MISKO γίνονται τα ελληνικά ζυμαρικά που θρέφουν γενιές και γενιές Ελλήνων. Η MISKO γίνεται η πρώτη ελληνική εταιρία που συσκευάζει τα μακαρόνια της τη δεκαετία του ’50.
Ακάκιε, τα μακαρόνια να είναι… MISKO
Από τότε η MISKO κάνει πολλά και μεγάλα βήματα, με κορυφαία στιγμή όταν συναντάει τον Ακάκιο, μια από τις πιο γνώριμες μορφές στην ελληνική διαφήμιση, που έφτασε να γίνει πολιτιστική αναφορά για το σύνολο των Ελλήνων. Ο καλόγερος που ξεκίνησε με το γαϊδουράκι του να φέρνει μακαρόνια MISKO στο μοναστήρι του και πέρασε στην ιστορία της ελληνικής διαφήμισης ως ορόσημο.
Μάλιστα, πρόσφατα η MISKO αναβίωσε αυτό το πολύ γνωστό σύμβολο για όλους τους Έλληνες με νέα καμπάνια της. Σε αυτή τη νέα καμπάνια ενσαρκώνει ο γνωστός έλληνας ηθοποιός Δημήτρης Μαυρόπουλος.
Ωστόσο  και μετά τον Ακάκιο η MISKO συνεχίζει να πρωτοπορεί χαράζοντας νέους δρόμους στην ελληνική διαφήμιση. Με πασίγνωστες καμπάνιες όπως «Ο Μύλος»  και «Η Ζωή δίνει τη γεύση», παρουσιάζει μια νέα τάση στην επικοινωνία των τροφίμων, υποστηρίζοντας την υψηλή αισθητικήσε συνδυασμό με την ποιότητα και την ελληνικότητα.
Ποιότητα MISKO
Η δημοτικότητα της MISKO αυξάνεται  διαρκώς, με τα ζυμαρικά MISKO να καταναλώνονται απότους 9 στους 10  Έλληνες κάθε χρόνο. Αυτό όμως που στηρίζει την αύξηση αυτή είναι τα ανώτερα ποιοτικά ανταγωνιστικά της χαρακτηριστικά. Ένας μοναδικός συνδυασμός χαρακτηριστικών όπως η ιστορία, η τεχνογνωσία, η εξαιρετική ποιότητα πρώτων υλών, η γεύση, η καινοτομία, οσεβασμός προς τον καταναλωτή και η αγάπη για την Ελλάδα.
Μετρώντας ήδη 86 χρόνια παράδοσης και εμπειρίας η MISKO  διαθέτει πάνω από 55 σχήματα με επιλογές για μοντέρνες συνταγές (γεμιστά ζυμαρικά, κανελόνια κλπ.), αλλά και όλα τα σχήματα ζυμαρικών που χρησιμοποιούνται στις παραδοσιακές συνταγές (κριθαράκι, φιδές, αστράκι, πεπονάκι κλπ). Τα ζυμαρικά MISKO παράγονται στην Ελλάδα σ’ ένα από τα πιο σύγχρονα και μεγαλύτερα εργοστάσια της Ευρώπης, αν αναλογιστεί κανείς ότι παράγει 55.000 τόνους ζυμαρικά το χρόνο που αντιστοιχούν σε 550.000.000 πιάτα.
MISKO σημαίνει Ελλάδα
MISKO σημαίνει Ελλάδα, όχι μόνο στη γεύση. MISKO σημαίνει Ελλάδα και σε ότι αφορά τη στήριξη της ελληνικής αγροτικής παραγωγής. Η MISKO στηρίζει πάνω από 5.000 Έλληνες παραγωγούς, συνεχίζοντας να κρατάει ψηλά τον πήχη των απαιτήσεων και των προδιαγραφών της. Τα ζυμαρικά MISKO φτιάχνονται αποκλειστικά από επιλεγμένο σιτάρι υψηλής ποιότητας που προέρχεται από 260.000 στρέμματα Ελλήνων παραγωγών, με τους οποίους η MISKO έχει μακροχρόνια συνεργασία.
Για τον γεωργό που προμηθεύει το σιτάρι του, τους περισσότερους από 200 εργαζόμενους στον Μύλο του Βόλου και το εργοστάσιο στον Ελαιώνα Βοιωτίας αλλά και για χιλιάδες οικογένειες, η MISKO είναι κομμάτι της καλής Ελλάδας που αγαπάμε. Για τους χιλιάδες Έλληνες ομογενείς η γεύση των ζυμαρικών MISKO, το πακέτο με τον Ακάκιο και η μυρωδιά του φρεσκομαγειρεμένου φαγητού είναι ένα κομμάτι της ταυτότητας που ενώνει όλους τους Έλληνες των εθίμων και της αμέριστης ποιότητας.
Δεν είναι λοιπόν μυστήριο ή αξιοπερίεργο πώς μια επιχείρηση που άρχισε δειλά τις γειτονιές του Πειραιά, να γίνει συνώνυμο των ελληνικών γεύσεων, του ελληνικού πολιτισμού και της επιχειρηματικότητας που στηρίζει και ταξιδεύει «μπροστά» την Ελλάδα.

(Πήγη: www.toarkoudi.gr)